Ο Γαύρος ή γάβρος είναι ψάρι, γνωστό ήδη από την αρχαιότητα.
Είναι η «αφύη» των αρχαίων Ελλήνων.
Επίσης είναι γνωστό και με το όνομα αντζούγια ή και χαψί (από τη τούρκικη ονομασία του).
Το επίσημο όνομά του είναι "εγγραυλίς η εγκρασίχολος" (engraulis encrasicholus) και ανήκει στην οικογένεια εγγραυλίδες (engraulidae).
Το μήκος του φθάνει μέχρι τα 20 εκατοστά.
Η ράχη και τα πλευρά του είναι πρασινογάλαζα, ενώ η κοιλιά του είναι λευκή προς το ασημί και γυαλιστερή.
Το σώμα του είναι στενόμακρο, το ρύγχος του μακρύ και το πάνω σαγόνι του εξέχει μακρύτερο.
Το στόμα του φθάνει μέχρι πίσω από τα μάτια, φέρει μικρά και μυτερά δόντια.
Φέρει ραχιαίο πτερύγιο, ένα θωρακικό χαμηλά, το κοιλιακό αντικριστά του ραχιαίου, ένα μικρό τριγωνικό εδρικό καθώς και διχαλωτή ουρά.
Ζει σε ζεστές περιοχές, κατά κοπάδια και περισσότερο στον αφρό ειδικά την Άνοιξη και το Καλοκαίρι.
Το Χειμώνα αντίθετα παραμένει στο βυθό σε βάθος 100-200 μέτρα.
Τρέφεται με μικροσκοπικά μαλακόστρακα και το γόνο άλλων ψαριών.
Όταν ζεστάνει ο καιρός πλησιάζει τις ακτές για ν΄ αφήσει τ΄ αυγά του, που επιπλέουν μαζί με το πλαγκτόν.
Στις ελληνικές θάλασσες υπάρχουν άφθονοι που ψαρεύονται από τα τέλη Αυγούστου και μετά, όταν δουλεύουν οι τράτες καθώς και με τα γρι-γρί.
Το κρέας τους είναι πολύ νόστιμο, ειδικά αν πριν το μαγείρεμα πεταχτεί το κεφάλι, επειδή λίγο πικρίζει.
Η αλιεία του γαύρου στις ελληνικές θάλασσες, από στατιστική άποψη, παρακολουθείται.
Συγκεκριμένα το 2001 αλιεύθηκαν 10.770 τόνοι, το 2002 9.975 τόνοι και το 2003 13.780 τόνοι.
Οι γαύροι αποτελούν το 1/10 του συνόλου των ετησίων αλιευμάτων των ελληνικών θαλασσών και έρχονται σε ποσότητα αλιεύματος δεύτεροι μετά από τις σαρδέλες.
Πηγή Βικιπαίδεια
Είναι η «αφύη» των αρχαίων Ελλήνων.
Επίσης είναι γνωστό και με το όνομα αντζούγια ή και χαψί (από τη τούρκικη ονομασία του).
Το επίσημο όνομά του είναι "εγγραυλίς η εγκρασίχολος" (engraulis encrasicholus) και ανήκει στην οικογένεια εγγραυλίδες (engraulidae).
Το μήκος του φθάνει μέχρι τα 20 εκατοστά.
Η ράχη και τα πλευρά του είναι πρασινογάλαζα, ενώ η κοιλιά του είναι λευκή προς το ασημί και γυαλιστερή.
Το σώμα του είναι στενόμακρο, το ρύγχος του μακρύ και το πάνω σαγόνι του εξέχει μακρύτερο.
Το στόμα του φθάνει μέχρι πίσω από τα μάτια, φέρει μικρά και μυτερά δόντια.
Φέρει ραχιαίο πτερύγιο, ένα θωρακικό χαμηλά, το κοιλιακό αντικριστά του ραχιαίου, ένα μικρό τριγωνικό εδρικό καθώς και διχαλωτή ουρά.
Ζει σε ζεστές περιοχές, κατά κοπάδια και περισσότερο στον αφρό ειδικά την Άνοιξη και το Καλοκαίρι.
Το Χειμώνα αντίθετα παραμένει στο βυθό σε βάθος 100-200 μέτρα.
Τρέφεται με μικροσκοπικά μαλακόστρακα και το γόνο άλλων ψαριών.
Όταν ζεστάνει ο καιρός πλησιάζει τις ακτές για ν΄ αφήσει τ΄ αυγά του, που επιπλέουν μαζί με το πλαγκτόν.
Στις ελληνικές θάλασσες υπάρχουν άφθονοι που ψαρεύονται από τα τέλη Αυγούστου και μετά, όταν δουλεύουν οι τράτες καθώς και με τα γρι-γρί.
Το κρέας τους είναι πολύ νόστιμο, ειδικά αν πριν το μαγείρεμα πεταχτεί το κεφάλι, επειδή λίγο πικρίζει.
Η αλιεία του γαύρου στις ελληνικές θάλασσες, από στατιστική άποψη, παρακολουθείται.
Συγκεκριμένα το 2001 αλιεύθηκαν 10.770 τόνοι, το 2002 9.975 τόνοι και το 2003 13.780 τόνοι.
Οι γαύροι αποτελούν το 1/10 του συνόλου των ετησίων αλιευμάτων των ελληνικών θαλασσών και έρχονται σε ποσότητα αλιεύματος δεύτεροι μετά από τις σαρδέλες.
Πηγή Βικιπαίδεια