Η ΘΡΕΠΤΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ
Το γάλα κατέχει ξεχωριστή θέση τόσο ανάμεσα στα υπόλοιπα ζωικά τρόφιμα όσο και στα φυτικά, αφού αποτελεί την αποκλειστική τροφή για τον άνθρωπο και για πολλά άλλα θηλαστικά ζώα κατά το πρώτο στάδιο της ζωής τους. Από αυτό συμπεραίνεται ότι το γάλα περιέχει όλα τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζεται ένας νέος οργανισμός για να αναπτυχθεί και είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε πρωτεΐνες και άλάτα. Με τον όρο γάλα, χωρίς αυτός να συνοδεύεται από άλλη προσδιοριστική λέξη, νοείται μόνο το γάλα πού προέρχεται από αγελάδα, είναι νωπό, πλήρες, δεν έχει αποβουτυρωθεί, δεν έχει υποστεί αφυδάτωση (γάλα σκόνης) ή συμπύκνωση (γάλα εβαπορέ) και δεν περιέχει ξένες ύλες (εμπλουτισμένα γάλατα).
Για τη διατροφή του ανθρώπου, εκτός από το γάλα της αγελάδας, χρησιμοποιείται και το γάλα του προβάτου, της κατσίκας (πιο πλούσιο σε λιπαρά από της αγελάδας,αλλά υστερεί συγκρινόμενο με το πρόβειο) και του βουβαλιού (ιδιαίτερα πλούσιο σε λιπαρά). Επίσης υπάρχουν γάλατα που προορίζονται για άτομα με παθήσεις ή ιδιαιτερότητες, όπως είναι το γάλα μικρής περιεκτικότητας σε γαλακτοσάκχαρο (άτομα με μειωμένη δραστηριότητα της γαλακτάσης στο πεπτικό σύστημα), το γάλα μικρής περιεκτικότητας σε νάτριο (για υπερτασικούς, και άτομα που παρουσιάζουν οιδήματα), το γάλα όνου (για βρεφικές και παιδικές εντερικές παθήσεις)και το γάλα σόγιας (για φυτοφάγους). Επεξεργασία Στην Ευρωπαική Ένωση προβλέπονται το πλήρες γάλα, το ακατέργαστο, το ημιαποκορυφωμένο και το αποκορυφομένο. Σχετικώς με τη συντήρηση του γάλακτος, προβλέπεται το παστεριωμένο, το αποστειρωμένο (γάλα μακράς διάρκειας-UHT) και το υπερπαστεριωμένο. Η κατεργασία του γάλακτος επηρεάζει τη θρεπτική πυκνότητα του. Για παράδειγμα, στο γάλα σκόνης, οι βιταμίνες Β1 και Β2 καταστρέφονται μερικώς, η βιταμίνη C κατά 25%, οι λιποδιαλυτές βιταμίνες δεν επηρεάζονται καθόλου και η βιολογική αξία των πρωτεινών υπόκειται μικρή μείωση. Σε αντίθεση με το αποστειρωμένο και συμπυκνωμένο γάλα, όπου οι βιταμίνες A, B2, B3, B5, Β8 και D δεν επηρεάζονται καθόλου, ή επηρεάζονται ελάχιστα (2-7%). Οι βιταμίνες Β1, Β6, Β9, Β12 και C επηρεάζονται σε ποσοστό 5-20% με αποστείρωση UHT και οι πρωτεΐνες μετουσιώνονται σε μεγάλο ποσοστό, αλλά οι μεταβολές που επέρχονται αυξάνουν την πεπτικότητα του, ενώ καταστρέφονται σε μεγάλο βαθμό τα πολυακόρεστα. Θρεπτική αξία Στο γάλα υπάρχουν όλα τα απαραίτητα αμινοξέα, και ή βιολογική του αξία είναι πολύ μεγάλη,αφού έρχεται δεύτερη μετά τα αυγά.Η περιεκτικότητα του γάλακτος της αγελάδας σε χοληστερόλη είναι όμοια με του μητρικού γάλακτος, και ανέρχεται μόλις στο 1 mg στα 100 ml. Η περιεκτικότητα του γάλακτος σε σίδηρο είναι μικρή, και οι ανάγκες των ατόμων καλύπτονται από άλλες τροφές., ενώ στα βρέφη οι ανάγκες αυτές καλύπτονται από το απόθεμα του σιδήρου που υπάρχει στο συκώτι τους. Οι ημερήσιες ανάγκες ενός ατόμου σε αμινοξέα, εκτός εκείνων της μεθειονίνης, καλύπτονται με 500 ml γάλακτος (2 ποτήρια). Το γάλα είναι το μοναδικό τρόφιμο στη φύση που περιέχει την υψηλής σημασίας πρωτεΐνη, γνωστή ως καζεΐνη.Τα πεπτίδια που προέρχονται από την καζεΐνη ενισχύουν τη φυσική άμυνα του οργανισμού, ρυθμίζουν τη σωστή πίεση του αίματος, βοηθούν στην αντιμετώπιση του στρες και έχουν καταπραϋντικές ιδιότητες. Το μόνο σάκχαρο που βρίσκεται σε αξιόλογη ποσότητα στο γάλα είναι η λακτόζη. Η λακτόζη διέρχεται χωρίς καμιά μεταβολή από το στομάχι, αλλά στο έντερο διασπάται βραδέως με την επίδραση του ενζύμου λακτάση σε γλυκόζη και γαλακτόζη. Η τελευταία παίζει σπουδαίο ρόλο (σε συνδυασμό με την βιταμίνη D) στην απορρόφηση του ασβεστίου από το έντερο. Επιπρόσθετα αποτελεί σημαντικό δομικό στοιχείο του εγκεφάλου, βοηθά στο μεταβολισμό του μαγνησίου και τέλος η παραγωγή γαλακτικού οξέος, κατά την διάσπαση της λακτόζης από οξυγαλακτικά βακτήρια, συντελεί στην καλή λειτουργία του εντέρου, δημιουργώντας δυσμενές περιβάλλον για την ανάπτυξη παθογόνων βακτηρίων. Εκτός των άλλων, σημειώνεται ότι το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα αποτελούν την πλουσιότερη πηγή ασβεστίου και φωσφόρου για τον άνθρωπο. Το ασβέστιο παίζει τον σημαντικότερο ρόλο στη δημιουργία γερών και υγιών οστών και γι' αυτό είναι απολύτως απαραίτητο ιδιαίτερα στον παιδικό οργανισμό που αναπτύσσεται διαρκώς. Επίσης συμβάλλει στην ανάπτυξη γερών δοντιών, βοηθά στην πήξη του αίματος και αποτελεί ασπίδα προστασίας κατά της οστεοπόρωσης.Για να αφομοιωθεί το ασβέστιο απ’τον ανθρώπινο οργανισμό πρέπει πρώτα να απορροφηθεί από το έντερο, να περάσει στην κυκλοφορία του αίματος και μετά να φτάσει στα οστά, τα δόντια κλπ. Στην αποτελεσματική αυτή απορρόφηση του ασβεστίου βοηθούν πολλοί παράγοντες, τον σημαντικότερο όμως ρόλο παίζουν οι βιταμίνες D και C. Γι' αυτόν το λόγο το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα εμπλουτίζονται συνήθως με τις βιταμίνες αυτές. Ένας ακόμη παράγοντας που βοηθά στην εντερική απορρόφηση του ασβεστίου είναι η λακτόζη (ένας υδατάνθρακας που περιέχεται στο γάλα). Iδιαίτερη αvαφoρά πρέπει vα γίvει και για τις περιόδoυς της εγκυμoσύvης και τoυ θηλασμoύ, όπoυ oι αvάγκες για ασβέστιo είvαι αυξημέvες, λόγω τωv αvαγκώv τoυ παιδιoύ για τη δημιoυργία τoυ δικoύ τoυ σκελετoύ στην περίπτωση της εγκυμοσύνης και λόγω της αυξημένης ανάγκης ασβεστίου για την παραγωγή του γάλακτος στη περίπτωση του θηλασμού. Αν η έγκυoς ή η θηλάζoυσα δεv παίρvει αρκετό ασβέστιo ο οργανισμός της για να εξασφαλίσει τις απαραίτητες ποσότητες χρησιμοποιεί ασβέστιο από τα οστά της με αποτέλεσμα να φθαρούν αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα εκδήλωσης οστεοπόρωσης στο μέλλον. Σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε η Γερμανική Ένωση για την Ιατρική της Διατροφολογίας, το ασβέστιο που περιέχεται στο γάλα αλλά και στα γαλακτοκομικά προϊόντα μπορεί να βοηθήσει στην απώλεια βάρους, συμβάλλοντας στην απορρόφηση του λίπους από το στομάχι, το οποίο μπορεί στη συνέχεια να αποβληθεί ευκολότερα. Πολλές μελέτες, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Ένωσης, έχουν δείξει ότι η συγκέντρωση ασβεστίου στα λιποκύτταρα παίζει επίσης πολύ σημαντικό ρόλο για την παχυσαρκία αφού μειώνει το βάρος. Το γάλα και τα προϊόντα γάλακτος φαίνεται να επιδρούν καλύτερα, σε σχέση με άλλα προϊόντα που περιέχουν ασβέστιο. Στο γάλα υπάρχουν όλες σχεδόν οι υδατοδιαλυτές και λιποδιαλυτές βιταμίνες. Συγκρινόμενο με τις υπόλοιπες ζωικές τροφές το γάλα είναι η πιο ενδιαφέρουσα πηγή βιταμίνης C, η οποία δρα ενισχυτικά στην απορρόφηση του ασβεστίου. Επίσης βοηθά στον σχηματισμό του συνδετικού ιστού, γι' αυτό και παίζει ευεργετικό ρόλο στην επούλωση των τραυμάτων και στη γρήγορη επαναφορά του οργανισμού έπειτα από ατυχήματα. Έχει επίσης αντιοξειδωτική δράση και ενισχύει την άμυνα του παιδικού οργανισμού. Έτσι βοηθά στη διατήρηση της υγείας των παιδιών όσο είναι μικρά, αλλά και καθώς μεγαλώνουν. Επίσης η υψηλή περιεκτικότητα του γάλατος σε βιταμίνη Α ενισχύει την αύξηση των ιστών και βοηθά στη διαμόρφωσή τους κατά την ανάπτυξη του παιδιού, ενώ παράλληλα προφυλάσσει την υγεία του δέρματος και των ματιών, καθώς επίσης βοηθά στην ανάπτυξη και στην όραση. Εκτός των άλλων, σημειώνεται ότι το γάλα αποτελεί πηγή ριβοφλαβίνης ή βιταμίνης Β2, η οποία συμβάλλει σημαντικά στη γρήγορη ανάπτυξη των παιδιών, ενώ σπουδαίος επίσης είναι ρόλος της στη μετατροπή των τροφών σε ενέργεια. Επιπρόσθετα, βοήθα τον παιδικό οργανισμό να αξιοποιήσει τα πολύτιμα θρεπτικά συστατικά, όπως είναι οι πρωτεΐνες ή οι υδατάνθρακες. Έτσι, σε ένα Oλλανδικό σχολείο έγινε ένα πείραμα για να προσδιοριστεί η επίδραση του γάλακτος στην επίδοση των μαθητώv. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα παιδιά που έπιναν τακτικά γάλα είχαν καλύτερες επιδόσεις σε τεστ αντίληψης, ταχύτητας σκέψεως και εξαγωγής λογικών συμπερασμάτων. Σε άλλο πείραμα αποδείχθηκε ότι τα παιδιά που κατανάλωναν γάλα είχαν λιγότερες απουσίες. Στην Ιαπωνία μία έρευνα ανάμεσα σε 250.000 ενήλικες έδειξε ότι τα περιστατικά καρκίνων στομάχου ήταν πολύ λιγότερα σε όσους κατανάλωναν γάλα. Από επιστημονική άποψη υπάρχει η ερμηνεία ότι το γάλα ανταγωνίζεται και εξουδετερώνει ορισμένες καρκινογόνες ουσίες των άλλων τροφών και ιδιαίτερα τις νιτροζαμίνες. Γενικότερα, σήμερα επικρατεί η άποψη ότι το γάλα ασκεί πολύπλευρη προστατευτική δράση στον οργανισμό του ανθρώπου, εξουδετερώνοντας πολλούς βλαπτικούς παράγοντες του περιβάλλοντος και ιδιαίτερα αυτούς που εισέρχονται στον οργανισμό με τα τρόφιμα. Μητρικό γάλα Το μητρικό γάλα είναι τόσο τέλεια προσαρμοσμένο στις ανάγκες του μωρού, που η περιεκτικότητα του σε λίπος μεταβάλλεται και στη διάρκεια του ίδιου γεύματος: στην αρχή του θηλασμού είναι πιο αραιό, ώστε να κάνει το μωράκι να ξεδιψάσει, και μετά, καθώς εκείνο αρχίζει να καταπίνει πιο αργά, έρχεται το πιο βαρύ, θρεπτικό γάλα. Κι ακόμα, γίνεται πλουσιότερο σε λίπος (λινολεϊκό και λινολενικό )όσο αυξάνεται η συχνότητα των θηλασμών. Τα άλλα δύο σημαντικά συστατικά του γάλακτος της μητέρας είναι οι βιταμίνες και τα μεταλλικά άλατα. Κι εδώ σημασία δεν έχει μόνο η περιεκτικότητα, αλλά και ο τρόπος που αυτά μπορούν να απορροφηθούν από τον οργανισμό του μωρού. Από διάφορες μελέτες έχει προκύψει ότι το ποσοστό απορρόφησης του σιδήρου του μητρικού γάλακτος ανέρχεται στο 50%, ενώ για το αγελαδινό γάλα το ποσοστό είναι 10%. Η βιταμίνη C και η λακτόζη, που επίσης περιέχονται στο γάλα, βοηθούν ακόμη περισσότερο αυτή τη διαδικασία. O θηλασμός όμως είναι και για τη γυναίκα ωφέλιμος, αφού ευνοεί την απώλεια των παραπανίσιων κιλών που άφησε πίσω της η εγκυμοσύνη, μειώνει την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου στο μαστό και στις ωοθήκες σε βαθμό ανάλογο του χρόνου θηλασμού. |
ΠΗΓΗ
Παπαχρήστος Παρασκευάς, Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, Πτυχιούχος Α.ΤΕ.Ι.Θ., M.Sc στην Διασφάλιση Ποιότητας- Χονδρογιάννη Μαρία, Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, Πτυχιούχος Α.ΤΕ.Ι.Θ.