ΜΠΑΝΑΝΕΣ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΙΑ...
Η μπανάνα πεθαίνει. Σε δέκα χρόνια μπορεί να μην υπάρχει όπως την ξέρουμε σήμερα. Τη σκοτώνει μια φονική αρρώστια που έχει εξαπλωθεί στον μισό πλανήτη, ένας ακατανίκητος μύκητας που απειλεί με αφανισμό καλλιέργειες, φρούτα, αλλά και ανθρώπους στην Αφρική, στην Ασία και στον Ειρηνικό. Πολυεθνικές-κολοσσοί, που προκάλεσαν το πρόβλημα, ξοδεύουν τώρα εκατομμύρια δολάρια για να αποτρέψουν την καταστροφή. Ερευνητές δίνουν μάχη με τον χρόνο για να βρουν τη θεραπεία και να σώσουν ένα είδος που μοιάζει καταδικασμένο από την ίδια του τη φύση. Διότι η μία (και μοναδική!) ποικιλία μπανάνας που καταναλώνουμε στη Δύση είναι εντελώς στείρα. Δεν μπορεί να αναπαραχθεί, ούτε να γίνει από μόνη της πιο ανθεκτική ώστε να επιβιώσει.
«Αυτά παθαίνει όποιος δεν κάνει σεξ… Είναι το αγαπημένο μας ανέκδοτο στο εργαστήριο» είχε δηλώσει αστειευόμενος ο Ράντι Πλοτς, φυτοπαθολόγος στο Πανεπιστήμιο της Φλόριδας. Ηταν ο πρώτος που εντόπισε τον μύκητα Τropical Race 4, ο οποίος έχει καταστρέψει σχεδόν όλες τις φυτείες στην Ασία και στην Αυστραλία. Αν περάσει στη Λατινική Αμερική, όπου καλλιεργείται το 99% των εξαγωγών, το τέλος θα είναι αμετάκλητο.
Δεν θα είναι η πρώτη φορά που θα χαθεί από προσώπου γης μια μπανάνα. Τη δεκαετία του 1950 η πιο γνωστή ποικιλία, η Gros Μichel, σαρώθηκε μέσα σε λίγα χρόνια από μια παρόμοια επιδημία.
Κατά ειρωνεία της τύχης, οι επιστήμονες που έψαξαν να βρουν αντικαταστάτη ανθεκτικό στον μύκητα κατέληξαν στην ποικιλία Cavendish, αυτήν που εισάγεται αποκλειστικά σήμερα στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. «Η απειλή της πλήρους κατάρρευσης οφείλεται σε συνειδητή χειραγώγηση και εκμετάλλευση: για να μπορεί να αγοράζει ο δυτικός καταναλωτής μεγάλες και ομοιόμορφες μπανάνεςοι πολυεθνικές επιδίδονταιτα τελευταία 150 χρόνιασε υπερεντατική μονοκαλλιέργεια σε τεράστιες εκτάσεις μιας και μοναδικής ποικιλίας» εξηγεί ο δρ Πλοτς. Και τονίζει: «Και μάλιστα με υβρίδια στείρα, που δεν αναπαράγονται με φυσικό τρόπο, άρα δεν έχουν ανθεκτικότητα απέναντι στις ασθένειες».
Η μπανάνα δεν είναι μόνο το πιο απειλούμενο, αλλά και ένα από τα πιο επικίνδυνα φρούτα στον πλανήτη- και μάλιστα με όρους πολιτικούς. «Μπανανία» λέμε μια χώρα που διοικείται από τα ξένα ιδιωτικά συμφέροντα και τις πολυεθνικές εταιρείες. Ολα άρχισαν το 1899, με την ίδρυση της αμερικανικής United Fruit Company (νυν Chiquita). Αυτή η πανίσχυρη επιχείρηση «έβαλε πόδι» σε χώρες της Λατινικής Αμερικής εκμεταλλευόμενη απέραντες φυτείες μπανάνας στην Κόστα Ρίκα, στην Κούβα, στην Κολομβία, στη Γουατεμάλα, στην Τζαμάικα και στη Νικαράγουα. Με τη στήριξη των ΗΠΑ χρησιμοποίησε δικτάτορες και κάθε αθέμιτο μέσο ώστε να μην απειλήσει κανένας τα συμφέροντά της. Σήμερα οι πολυεθνικές έχουν στραφεί στη δημιουργία γενετικά τροποποιημένης μπανάνας- ειδικά η Chiquita με μια δοκιμαστική καλλιέργεια στην Κόστα Ρίκα. Αλλού επιστήμονες προσπαθούν να δημιουργήσουν νέες ποικιλίες, σε επιλεκτικές διασταυρώσεις με άγρια ή σπάνια είδη.
«Προς το παρόν πάντως η δημιουργία της ανθεκτικής φυσικής σούπερ μπανάνας είναι μακρινό όνειρο» λέει ο Χουάν Φερνάντο Αγκιλάρ, επικεφαλής του Ιδρύματος Αγροτικών Ερευνών στην Ονδούρα. Ο αμερικανός ρεπόρτερ Νταν Κέπελ συνοψίζει στο μπεστ σέλερ «Μπανάνα: Η μοίρα του φρούτου που άλλαξε τον κόσμο» («Βanana: Τhe Fate of the Fruit that Changed the World») 7.000 χρόνια της φυσικής ιστορίας της μπανάνας, καθώς και τον ρόλο που έπαιξε στον πολιτισμό, στην οικονομία και στην πολιτική. Το ντοκυμαντέρ «Το σκάνδαλο της μπανάνας» του σουηδού σκηνοθέτη Φρέντρικ Γκέρτεν καταγράφει τις άθλιες συνθήκες ζωής των εργατών στις τεράστιες φυτείες του ομίλου Dole στη Νικαράγουα.
Οσο για την τέχνη, στην ταινία «Μπανάνες» του 1971 ο απολαυστικός Γούντι Αλεν γίνεται άθελά του δικτάτορας μικροσκοπικής μπανανίας της Λατινικής Αμερικής, αλλά η CΙΑ θα τον θεωρήσει… κομμουνιστή. Ανοικτό σε συμβολισμούς παραμένει και σήμερα το διάσημο εξώφυλλο του πρώτου άλμπουμ των Νεοϋορκέζων Velvet Underground, το οποίο κυκλοφόρησε το 1967: μια μπανάνα ζωγραφισμένη από τον Αντι Γουόρχολ.
«Δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε αυτή τη μάχη» τονίζει μιλώντας στο «Βήμα» ο βέλγος ειδικός φυτοπαθολόγος δρ Εμίλ Φριζόν
«Αν εξαφανιστεί, θα λιμοκτονήσουν 500 εκατομμύρια φτωχοί»
«Αν το φυτό εξαφανιστεί, 500 εκατομμύρια φτωχοί θα λιμοκτονήσουν. Το ζήτημα δεν είναι τόσο επιστημονικό και εμπορικό όσο ανθρωπιστικό» προειδοποιεί ο κ.Φριζόν, επιστημονικός διευθυντής του Διεθνούς Δικτύου για τη Βελτίωση της Μπανάνας (ΙΝΙΒΑΡ). Ο ίδιος ερευνά τις άγριες ποικιλίες της Αφρικής, όπου η κατανάλωση είναι 50 φορές μεγαλύτερη από ό,τι στον δυτικό κόσμο.
«Δουλεύουμε επάνω στο γονιδίωμα της μπανάνας για να τις κάνουμε πιο ανθεκτικές εκεί όπου η αρρώστια θα έχει τις πιο ολέθριες συνέπειες. Στα χωριά της Αφρικής και της Ασίας απειλούνται με επισιτιστική καταστροφή ολόκληροι πληθυσμοί. Η καλλιέργεια μπανάνας είναι τέταρτη στον κόσμο, μετά το ρύζι, το σιτάρι και το καλαμπόκι» μας λέει.
Και επιμένει στην «τεράστια αξία»,όπως λέει,της βιοποικιλότητας: «Δεν είναι απαραίτητο να καταφύγουμε στη γενετική τροποποίηση. Υπάρχουν τόσο πολλές ποικιλίες μπανάνας, και κάποιες δεν είναι στείρες. Ωστόσο αυτό που έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη τόσο ανθεκτικών ασθενειών είναι η εντατική μονοκαλλιέργεια και τα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούνται».
πηγή: tovima.gr
Η μπανάνα πεθαίνει. Σε δέκα χρόνια μπορεί να μην υπάρχει όπως την ξέρουμε σήμερα. Τη σκοτώνει μια φονική αρρώστια που έχει εξαπλωθεί στον μισό πλανήτη, ένας ακατανίκητος μύκητας που απειλεί με αφανισμό καλλιέργειες, φρούτα, αλλά και ανθρώπους στην Αφρική, στην Ασία και στον Ειρηνικό. Πολυεθνικές-κολοσσοί, που προκάλεσαν το πρόβλημα, ξοδεύουν τώρα εκατομμύρια δολάρια για να αποτρέψουν την καταστροφή. Ερευνητές δίνουν μάχη με τον χρόνο για να βρουν τη θεραπεία και να σώσουν ένα είδος που μοιάζει καταδικασμένο από την ίδια του τη φύση. Διότι η μία (και μοναδική!) ποικιλία μπανάνας που καταναλώνουμε στη Δύση είναι εντελώς στείρα. Δεν μπορεί να αναπαραχθεί, ούτε να γίνει από μόνη της πιο ανθεκτική ώστε να επιβιώσει.
«Αυτά παθαίνει όποιος δεν κάνει σεξ… Είναι το αγαπημένο μας ανέκδοτο στο εργαστήριο» είχε δηλώσει αστειευόμενος ο Ράντι Πλοτς, φυτοπαθολόγος στο Πανεπιστήμιο της Φλόριδας. Ηταν ο πρώτος που εντόπισε τον μύκητα Τropical Race 4, ο οποίος έχει καταστρέψει σχεδόν όλες τις φυτείες στην Ασία και στην Αυστραλία. Αν περάσει στη Λατινική Αμερική, όπου καλλιεργείται το 99% των εξαγωγών, το τέλος θα είναι αμετάκλητο.
Δεν θα είναι η πρώτη φορά που θα χαθεί από προσώπου γης μια μπανάνα. Τη δεκαετία του 1950 η πιο γνωστή ποικιλία, η Gros Μichel, σαρώθηκε μέσα σε λίγα χρόνια από μια παρόμοια επιδημία.
Κατά ειρωνεία της τύχης, οι επιστήμονες που έψαξαν να βρουν αντικαταστάτη ανθεκτικό στον μύκητα κατέληξαν στην ποικιλία Cavendish, αυτήν που εισάγεται αποκλειστικά σήμερα στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. «Η απειλή της πλήρους κατάρρευσης οφείλεται σε συνειδητή χειραγώγηση και εκμετάλλευση: για να μπορεί να αγοράζει ο δυτικός καταναλωτής μεγάλες και ομοιόμορφες μπανάνεςοι πολυεθνικές επιδίδονταιτα τελευταία 150 χρόνιασε υπερεντατική μονοκαλλιέργεια σε τεράστιες εκτάσεις μιας και μοναδικής ποικιλίας» εξηγεί ο δρ Πλοτς. Και τονίζει: «Και μάλιστα με υβρίδια στείρα, που δεν αναπαράγονται με φυσικό τρόπο, άρα δεν έχουν ανθεκτικότητα απέναντι στις ασθένειες».
Η μπανάνα δεν είναι μόνο το πιο απειλούμενο, αλλά και ένα από τα πιο επικίνδυνα φρούτα στον πλανήτη- και μάλιστα με όρους πολιτικούς. «Μπανανία» λέμε μια χώρα που διοικείται από τα ξένα ιδιωτικά συμφέροντα και τις πολυεθνικές εταιρείες. Ολα άρχισαν το 1899, με την ίδρυση της αμερικανικής United Fruit Company (νυν Chiquita). Αυτή η πανίσχυρη επιχείρηση «έβαλε πόδι» σε χώρες της Λατινικής Αμερικής εκμεταλλευόμενη απέραντες φυτείες μπανάνας στην Κόστα Ρίκα, στην Κούβα, στην Κολομβία, στη Γουατεμάλα, στην Τζαμάικα και στη Νικαράγουα. Με τη στήριξη των ΗΠΑ χρησιμοποίησε δικτάτορες και κάθε αθέμιτο μέσο ώστε να μην απειλήσει κανένας τα συμφέροντά της. Σήμερα οι πολυεθνικές έχουν στραφεί στη δημιουργία γενετικά τροποποιημένης μπανάνας- ειδικά η Chiquita με μια δοκιμαστική καλλιέργεια στην Κόστα Ρίκα. Αλλού επιστήμονες προσπαθούν να δημιουργήσουν νέες ποικιλίες, σε επιλεκτικές διασταυρώσεις με άγρια ή σπάνια είδη.
«Προς το παρόν πάντως η δημιουργία της ανθεκτικής φυσικής σούπερ μπανάνας είναι μακρινό όνειρο» λέει ο Χουάν Φερνάντο Αγκιλάρ, επικεφαλής του Ιδρύματος Αγροτικών Ερευνών στην Ονδούρα. Ο αμερικανός ρεπόρτερ Νταν Κέπελ συνοψίζει στο μπεστ σέλερ «Μπανάνα: Η μοίρα του φρούτου που άλλαξε τον κόσμο» («Βanana: Τhe Fate of the Fruit that Changed the World») 7.000 χρόνια της φυσικής ιστορίας της μπανάνας, καθώς και τον ρόλο που έπαιξε στον πολιτισμό, στην οικονομία και στην πολιτική. Το ντοκυμαντέρ «Το σκάνδαλο της μπανάνας» του σουηδού σκηνοθέτη Φρέντρικ Γκέρτεν καταγράφει τις άθλιες συνθήκες ζωής των εργατών στις τεράστιες φυτείες του ομίλου Dole στη Νικαράγουα.
Οσο για την τέχνη, στην ταινία «Μπανάνες» του 1971 ο απολαυστικός Γούντι Αλεν γίνεται άθελά του δικτάτορας μικροσκοπικής μπανανίας της Λατινικής Αμερικής, αλλά η CΙΑ θα τον θεωρήσει… κομμουνιστή. Ανοικτό σε συμβολισμούς παραμένει και σήμερα το διάσημο εξώφυλλο του πρώτου άλμπουμ των Νεοϋορκέζων Velvet Underground, το οποίο κυκλοφόρησε το 1967: μια μπανάνα ζωγραφισμένη από τον Αντι Γουόρχολ.
«Δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε αυτή τη μάχη» τονίζει μιλώντας στο «Βήμα» ο βέλγος ειδικός φυτοπαθολόγος δρ Εμίλ Φριζόν
«Αν εξαφανιστεί, θα λιμοκτονήσουν 500 εκατομμύρια φτωχοί»
«Αν το φυτό εξαφανιστεί, 500 εκατομμύρια φτωχοί θα λιμοκτονήσουν. Το ζήτημα δεν είναι τόσο επιστημονικό και εμπορικό όσο ανθρωπιστικό» προειδοποιεί ο κ.Φριζόν, επιστημονικός διευθυντής του Διεθνούς Δικτύου για τη Βελτίωση της Μπανάνας (ΙΝΙΒΑΡ). Ο ίδιος ερευνά τις άγριες ποικιλίες της Αφρικής, όπου η κατανάλωση είναι 50 φορές μεγαλύτερη από ό,τι στον δυτικό κόσμο.
«Δουλεύουμε επάνω στο γονιδίωμα της μπανάνας για να τις κάνουμε πιο ανθεκτικές εκεί όπου η αρρώστια θα έχει τις πιο ολέθριες συνέπειες. Στα χωριά της Αφρικής και της Ασίας απειλούνται με επισιτιστική καταστροφή ολόκληροι πληθυσμοί. Η καλλιέργεια μπανάνας είναι τέταρτη στον κόσμο, μετά το ρύζι, το σιτάρι και το καλαμπόκι» μας λέει.
Και επιμένει στην «τεράστια αξία»,όπως λέει,της βιοποικιλότητας: «Δεν είναι απαραίτητο να καταφύγουμε στη γενετική τροποποίηση. Υπάρχουν τόσο πολλές ποικιλίες μπανάνας, και κάποιες δεν είναι στείρες. Ωστόσο αυτό που έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη τόσο ανθεκτικών ασθενειών είναι η εντατική μονοκαλλιέργεια και τα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούνται».
πηγή: tovima.gr